Μεταξύ των πολλών και σοβαρών συστημικών προβλημάτων που εντοπίζει ο Οργανισμός, βασική διαπίστωση είναι πως στην Ελλάδα δεν υπάρχει ένας φορέας ο οποίος να έχει επιφορτιστεί με τη συνολική ευθύνη για τη διασφάλιση της ασφάλειας στον σιδηρόδρομο.
«Επί του παρόντος δεν φαίνεται να υπάρχει στην Ελλάδα φορέας που να αναλαμβάνει τη συνολική ευθύνη για τη διασφάλιση της σιδηροδρομικής ασφάλειας και την ώθηση του Ελληνικού σιδηροδρομικού συστήματος και των επιπέδων ασφάλειάς του σε συνεχή βελτίωση, σε επίπεδο κράτους μέλους», επισημαίνεται το πόρισμα.
Διαπιστώνεται επίσης ότι η πολυπλοκότητα της νομικής και διοικητικής «αρχιτεκτονικής» στην Ελλάδα επιτείνει το πρόβλημα προκαλώντας ασάφεια στους ρόλους και τις αρμοδιότητες των κύριων επιχειρησιακών παραγόντων για τη διαχείριση της ασφάλειας.
«Δεν υπάρχει καμία διασφάλιση ότι η ευθύνη για την ασφαλή λειτουργία του σιδηροδρομικού συστήματος και τον έλεγχο των κινδύνων που συνδέονται με αυτό βαρύνει τους διαχειριστές υποδομής και τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, το καθένα για το τμήμα που του αναλογεί», σημειώνεται, ενώ γίνεται λόγος για «μια θολή εικόνα των ευθυνών όλων των σιδηροδρομικών φορέων».
Σε άλλο σημείο του ουσιαστικά ακυρώνει την πρόβλεψη του νόμου που η κυβέρνηση ψήφισε στην προηγούμενη θητεία της το 2019 για τη μεταβίβαση της πλήρους ευθύνης της ασφάλειας των σιδηροδρόμων στη Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων (ΡΑΣ). Απολύτως ξεκάθαρα ο Ευρωπαικός Οργανισμός αναφέρει στο πόρισμά του ότι η συγκεκριμένη ευθύνη ανήκει στο κεντρικό κράτος: «Κατά την άποψη του Οργανισμού, η τελική ευθύνη για τη διασφάλιση της γενικής διατήρησης της ασφάλειας των σιδηροδρόμων και, όπου είναι ευλόγως εφικτό, της συνεχούς βελτίωσης ανήκει στις κεντρικές αρχές των κρατών μελών», επισημαίνεται στο πόρισμα, στο οποίο επίσης εξηγείται πως «ακόμα και αν ορισμένες δραστηριότητες μπορούν να ανατεθούν σε άλλες οντότητες, αυτό πρέπει να γίνει υπό ειδικά καθορισμένους όρους, ενώ η παρακολούθηση και τελικά ο συντονισμός θα εξακολουθούν να διεξάγονται σε επίπεδο κράτους μέλους».
Ο Οργανισμός μάλιστα κατά την επίσκεψή του στην Ελλάδα εντόπισε πως οι εξουσίες και η ικανότητα της ΡΑΣ να εκπληρώσει αυτό το καθήκον από άποψη νομοθετικών και διοικητικών εργαλείων και πόρων είναι περιορισμένες.
Ως αποτέλεσμα αναφορικά με τη διασφάλιση της ασφάλειας στον σιδηρόδρομο το πόρισμα αναφέρει: «Στην πράξη, δεν έχει γίνει ουσιαστική μεταβίβαση αυτού του έργου και κανείς δεν το εκτελεί στην πραγματικότητα (ούτε η ΡΑΣ το ασκεί, ούτε το υπουργείο το ελέγχει)».
Ο ERA επιπλέον διαπιστώνει ότι έλλειψη συντονισμού ισχύει και σε επιχειρησιακό επίπεδο, δεδομένου ότι το κρίσιμο ζήτημα της ασφάλειας των σιδηροδρόμων δε φαίνεται να προσεγγίζεται βάσει συστήματος διαχείρισης κινδύνου.
Το πόρισμα του ERA δείχνει διαδοχικές κόκκινες κάρτες στη χώρα μας προειδοποιώντας πως θα πρέπει να ακολουθηθούν ιδιαίτερα προσεκτικά βήματα στις σχεδιαζόμενες επενδύσεις για την αναβάθμιση της σιδηροδρομικής υποδομής, καθώς σε διαφορετική περίπτωση «ενδέχεται να εισαχθούν νέοι κίνδυνοι χωρίς να εντοπίζονται και να διαχειρίζονται σωστά». Για την επίτευξη αυτού του στόχου, ο Ευρωπαικός Οργανισμός επισημαίνει πως απαιτείται κατάλληλος συντονισμός και συνεργασία μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων φορέων.
Να σημειωθεί ότι επί του πορίσματος, είχε καταθέσει σειρά σχολίων η Ελληνική πλευρά με τα περισσότερα απ΄αυτά, πάντως, να απορρίπτονται τελικώς από τους συντάκτες του ERA.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου